Η εορτή της Προσκύνησης της Τιμίας Αλύσεως του Απ. Πέτρου

Η Εκκλησία, εκτός από τους αγίους, τιμά και αντικείμενα τα οποία έχουν συνδεθεί με αυτούς. Ένα από αυτά, είναι και η αλυσίδα με την οποία είχε δεθεί ο απόστολος Πέτρος κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του στα Ιεροσόλυμα το 43 μ.Χ. Οι εγκωμιαστές της εορτής της επικαλούνται για την κατοχύρωση της τιμής της, τη σχετική αναφορά του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας στον καθαγιασμό τους Σύμφωνα με αυτήν ο καθαγιασμός της προκλήθηκε από την επαφή τους με το σώμα του Αποστόλου, κατά αντιστοιχία των οργάνων με τα οποία φυλακίστηκαν ή βασανίστηκαν οι απόστολοι και οι μάρτυρες. Τα δύο βυζαντινά εγκωμιαστικά κείμενα στην προσκύνηση της τιμίας αλύσεως του αποστόλου Πέτρου που μας έχουν διασωθεί προέρχονται από τη μεσοβυζαντινή περίοδο. Το πρώτο είναι ένας ψευδοχρυσοστόμειος Λόγος, ο οποίος αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο ή τον Συμεών Μεταφραστή. Ο δεύτερος Λόγος, αν και ανώνυμος, έχει αποδοθεί με ισχυρά επιχειρήματα στο Νικήτα Παφλαγόνα, σημαντικό συγγραφέα αγιολογικών κειμένων του 10ου αιώνα. Πιθανότατα η εκφώνηση των δύο ανωτέρω λόγων συνδέεται με το ναό του αποστόλου Πέτρου που βρισκόταν ένδον ή πλησίον της Αγίας Σοφίας, όπου, σύμφωνα με το Συναξάριον της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως και το Τυπικόν της Μεγάλης Εκκλησίας, τελούνταν κάθε χρόνο αυτή η εορτή. Σήμερα η τιμή της γιορτάζεται την 16η Ιανουαρίου. περίληψη από ΜΟΧΕ (Σ.Π.)

Εορτή

Ο βράχος της Αλύσου στα Μετέωρα

Ο κυκλοτερής, πανύψηλος και δυσανάβατος βράχος της Αλύσου ή Άλτσου, όπως αποκαλείται από τους ντόπιους, βρίσκεται βόρεια της Καλαμπάκας μπροστά από το βράχο Μόδι. Καλύπτει μια επιφάνεια περίπου 15 στρεμμάτων και το ύψος του στη βόρεια πλευρά του ανέρχεται στα 145 μέτρα, ενώ στις άλλες πλευρές του φθάνει μέχρι και τα 230 μέτρα. Έλαβε το όνομά του από τη μονή Αλύσεως, που είχε ιδρυθεί πάνω σε αυτόν κατά τη βυζαντινή περίοδο, η οποία ήταν αφιερωμένη στην τίμια αλυσίδα με την οποία δέθηκε ο Απόστολος Πέτρος κατά τη φυλάκισή του στα Ιεροσόλυμα. Απεικονίζεται μαζί με τη μονή σε χαλκογραφία των Μετεώρων, που φιλοτέχνησε το 1782 ο Ελασσονίτης μοναχός Παρθένιος, με ευδιάκριτη την κρεμαστή σκάλα που χρησιμοποιούσαν για την ανάβασή τους οι μοναχοί. Δεν είναι γνωστό μέχρι πότε λειτούργησε η μονή Αλύσεως. Το πιθανότερο είναι ότι έπαυσε από τα τέλη του 18ου αιώνα να αποτελεί τόπο μοναστικής άσκησης. Με το πέρασμα του χρόνου καταστράφηκε με αποτέλεσμα στις μέρες μας να διασώζονται ελάχιστα ίχνη του συγκροτήματός της, δύο λαξευμένες στέρνες για τη συλλογή του βρόχινου νερού, μία διανθισμένη πήλινη κανάτα, μία νωπογραφία και κεραμίδια στέγης.

Το 1988 ο βράχος της Αλύσου χαρακτηρίστηκε μαζί με όλη την πέτρινη πολιτεία των Μετεώρων ως μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1995, η κατεστραμμένη πάνω σε αυτόν μονή της Αλύσεως υπήχθη ως μετόχι στη γυναικεία μονή Αγίου Στεφάνου Μετεώρων με σκοπό την προστασία και φροντίδα της ιερότητας του χώρου της.

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Ιερομόναχος Πολύκαρπος [Ραμμίδης], πρώην ηγούμενος της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Μετεώρων, Τα Μετέωρα, εν Αθήναις 1882, 38· Ν. Βέης, «Συμβολή εις την ιστορίαν των Μονών των Μετεώρων», Βυζαντίς Α΄ (1909) 236μς, να, σ.278· Αδ. Αδαμαντίου, «Εργασίαι εν Μετεώροις», Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας του έτους 1909, Αθήνησιν 1910, σ.218· Διονύσιος μητρ. Τρίκκης και Σταγών, Τα Μετέωρα, Αθήναι 1964, 148· Φ. Κοτοπούλης, Τα Μετέωρα, εκδ. Δίφρος, Αθήναι 1973, σ.28, 40-42, 190· Don. Nicol, Meteora: The Rock Monasteries of Thessaly, revised edition, Variorum, London 1975, σ.162· Μοναχή Θεοτέκνη, Το πέτρινο δάσος, τ.Α΄, Ιερά Ασκητήρια, έκδοση Ιερού Κοινοβίου Αγίου Στεφάνου, Άγια Μετέωρα 2017, σ.10-11, 320, 322, 340· Θ. Νημάς, Τρίκαλα - Καλαμπάκα - Μετέωρα - Πίνδος - Χάσια (Γεωγραφία - Ιστορία - Μνημεία - Τουρισμός), εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1987, σ.208· Ι. Χατζηφώτης, Τα κάστρα της Ορθοδοξίας. Τόμος Τρίτος. Μετέωρα, εκδ. Αλκυών, Αθήνα 1998, σ.32, 104.

 

Ιστορικά, Σύγχρονη κατάσταση

Ο βράχος της Αλύσου στις τοπικές παραδόσεις

Διάφοροι μύθοι και θρύλοι πλάστηκαν κατά καιρούς από τους ντόπιους αναφορικά με το βράχο της Αλύσου. Δεν αποκλείεται η απόφαση των μοναχών να ιδρύσουν πάνω σε αυτόν τη μονή Αλύσεως, αφιερωμένης στην προσκυνηματική τιμή της τιμίας αλυσίδας του Αποστόλου Πέτρου, να  σχετίζεται και με την τοπική παράδοση που αναφέρει ότι στη βάση του βράχου υπήρχε στερεωμένη από παλιά μια αλυσίδα, η οποία χρησίμευε για το δέσιμο των καραβιών την εποχή που η Θεσσαλία ήταν βυθισμένη στα νερά μιας απέραντης λιμνοθάλασσας.

Αναφέρεται, επίσης, ότι κατά την αρχαιότητα με τη σταδιακή απόσυρση των θαλάσσιων υδάτων από τη Θεσσαλία εγκαταστάθηκαν πάνω σε αυτόν ένα βασιλικό ζεύγος μαζί με τη συνοδεία του. Η βασίλισσα, που με τη θεσπέσια ομορφιά της είχε προσελκύσει τα βλέμματα όλων των έμβιων και άψυχων όντων, συνήθιζε να κάνει καθημερινά τον περίπατό της περνώντας και στον διπλανό βράχο της Αγιάς (Αϊάς). Επιθυμώντας όμως ο βράχος της Αλύσου να κρατήσει ανεξίτηλη από τον πανδαμάτορα χρόνο την εικόνα της εκθαμβωτικής ομορφιάς της, χαμήλωσε μια μέρα για λίγο το ύψος του, με αποτέλεσμα η βασίλισσα να παραπατήσει και να κατακρημνιστεί αφήνοντας ένα αποτύπωμα της πατημασιάς της πάνω στο βράχο της Αγιάς. Σύμφωνα με μια παραλλαγή του μύθου αυτού, οι δύο βράχοι της Αλύσου και της Αγιάς ενώνονταν με μια γέφυρα και καθώς το βασιλικό ζεύγος έκανε τον περίπατό του, η γέφυρα υποχώρησε με συνέπεια να καταπέσουν και να πνιγούν και οι δύο στη λιμνοθάλασσα. Μετά το τραγικό αυτό γεγονός οι ακόλουθοί τους εγκατέλειψαν για πάντα την Άλυσο αφήνοντας πίσω τους μία χρυσή κούνια και δύο πέτρινα μπαούλα, το ένα γεμάτο με χρυσάφι και το άλλο με φίδια, ή και ένα τρίτο κατά μία άλλη εκδοχή γεμάτο νερό. Σύμφωνα με το μύθο, εκείνος που θα κατάφερνε να ανέβει στην Άλυσο και άνοιγε πρώτα το μπαούλο με το χρυσάφι θα σήμαινε την έναρξη μιας περιόδου ευημερίας και πλούτου για τους κατοίκους της Θεσσαλίας, αν όμως άνοιγε το δεύτερο μπαούλο, θα προκαλούνταν τρομακτικές καταστροφές και μεγάλη δυστυχία από τα φίδια που θα ξεχύνονταν μέσα από αυτό στην περιοχή.       

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Philippson, A., Θεσσαλία και Ήπειρος. Ταξίδια και εξερευνήσεις στη Βόρεια Ελλάδα [1897], μετάφραση: Αρ. Σφέικος, Εισαγωγή: Αρ. Σφέικος - Διον. Νημά, Σχόλια: Θ. Νημάς, εκδόσεις Δ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2014, σ.185-211· Τσοποτός, Δ., «Η Θεσσαλία ως πυθμήν θαλάσσης και μετέπειτα χώρα παναρχαιοτάτων κατοίκων και αρχαιοτάτου προϊστορικού πολιτισμού», Θεσσαλικά Χρονικά 4 (1933) 3-7· Κοτοπούλης, Φ., Τα Μετέωρα, εκδ. Δίφρος, Αθήναι 1973, σ.195-198· Nicol, D., Meteora: The Rock Monasteries of Thessaly, revised edition, Variorum, London 1975, σ.162· Σωτηριάδης, Λ., «Σχηματισμός και εξέλιξη των Μετεώρων», Πρακτικά 3ου Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών (Τρίκαλα, 5-7 Νοεμ. 1993), Μέρος Α΄, Τρικαλινά 14 (1994) 387-397· Κλιάφα, Μ., Μύθοι και θρύλοι της Θεσσαλίας, επιμέλεια: Διον. Βαλάσης, Αθήνα 2006, σ.141-142· Γαλιτσίδου, Αικ.-Βασ., Καστράκι Μετεώρων. Στην σκιά των κοσμογονικών βράχων: Πολεοδομική και αρχιτεκτονική διερεύνηση του οικισμού, Τρίκαλα 2009, σ.13 υποσ.3· Βλαχοστέργιος, Ι., Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων: Συμβολή στη μοναστηριακή αρχιτεκτονική (διδ. διατριβή, Πολυτεχνική Σχολή ΑΠΘ), Θεσσαλονίκη 2009, σ.59-62· Σακελλαρίου, Αρχ., Εικαστικές εγκαταστάσεις στην πόλη της Καλαμπάκας Μετεώρων. Συνύφανση βιωμάτων και μνήμης στο δημόσιο χώρο (Μεταπτυχιακή εργασία, Πολυτεχνική Σχολή ΑΠΘ), Θεσσαλονίκη 2019, σ.42. 

 

Αλυσίδα του Αποστόλου Πέτρου, Λαογραφία, Μυθολογία

Ο περιηγητής Πορφύριος Ουσπένσκι

Ο Ρώσος αρχιμανδρίτης Πορφύριος Ουσπένσκι, μετέπειτα επίσκοπος Τσιχιρίν (Chyhyryn) της Ουκρανίας, γεννήθηκε το 1804 και απεβίωσε το 1885. Υπήρξε συγγραφέας, περιηγητής, συλλέκτης χειρογράφων, ερευνητής, διπλωμάτης και επικεφαλής της Ρωσικής Εκκλησιαστικής Αποστολής στα Ιεροσόλυμα. Επισκέφθηκε πολλές μονές της Μέσης Ανατολής και του ελλαδικού χώρου και συγκέντρωσε πολύτιμα χειρόγραφα, τα οποία αργότερα περιήλθαν στην κατοχή μεγάλων βιβλιοθηκών της Ρωσίας.

Κατά την επίσκεψή του στα Μετέωρα, το 1859, μελέτησε κώδικες της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Μεγάλου Μετεώρου και άλλων εν ενεργεία τότε μονών και μας παραδίδει ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Ειδικότερα, για τις τότε ερειπωμένες μονές της Αλύσεως του Απ. Πέτρου και του Αγίου Μοδέστου (Μόδι) αναφέρει ότι ιδρύθηκαν κατά την περίοδο 1358-1367 με πρωτοβουλία του Πρώτου των Μετεώρων Νείλου, με σκοπό την προστασία των μοναχών από τις ληστρικές επιδρομές. Περιγράφοντας την επίσκεψή του στο Καστράκι σημειώνει σχετικά: Ακριβώς στις οκτώ το πρωί πήγαμε στο ελληνικό χωριό Καστράκι. Πήγαμε μέσω της πόλης των Σταγών, βγήκαμε από αυτήν, συνεχίσαμε γύρω από τη νοτιοανατολική γωνία του ψηλότερου βράχου των Αγίων Αποστόλων και περπατώντας πιο πέρα από αυτόν το βράχο φτάσαμε στο ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Καστράκι, προσευχηθήκαμε σε αυτόν και είδαμε το έτος κατασκευής ή ανακαίνισης 1622 και τοπικές εικόνες με το έτος 1642, οι οποίες πληροφορηθήκαμε ότι μεταφέρθηκαν εδώ από το ερημωμένο μοναστήρι της Αλύσεως του Αγίου Πέτρου.

Για το Μόδι αναφέρει ότι μνημονεύεται το 1614 σε σιγίλλιο του οικουμενικού πατριάρχη Τιμοθέου Β΄. Σύμφωνα με αυτό, η μονή Ρουσάνου υπήχθη κατόπιν αιτήματος των μοναχών της, λόγω των οικονομικών προβλημάτων της, στη μονή Βαρλαάμ μαζί με τα μετόχια της, τους αγρούς, τους αμπελώνες και τους ελαιώνες της που εκτείνονταν μέχρι τις μονές του Καλλιστράτου και των Ταξιαρχών, της ράχης του Τζέρτζη, του Μοδίου και της βρύσης του Αγίου Νικολάου.  

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Αρχιμ. Πορφύριος Ουσπένσκι, Χριστιανική Ανατολή. Περιήγησις εις τας μονάς των Μετεώρων και Όσσης - Ολύμπου εν Θεσσαλία, κατά το έτος 1859, επιμέλεια Π. Α. Σύρκου], σ.215, 234, 251, 253, 481· Παπουλίδης, Κ., Πορφυρίου Ουσπένσκι αγιορειτικών εποπτεία, Άγιον Όρος 2005· Uspenskij, Porf., «Περιήγηση στις μονές των Μετεώρων το 1859», μτφρ. από τα ρωσικά: Ε. Δεμίρη - Δ. Δημητρίου, σχόλια: Ν. Ζδάνης, Θεσσαλικό Ημερολόγιο 54 (2008) 71-74.

Περιηγητές - Προσκυνητές